Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

Οι Kinks του Χρήστου Βακαλόπουλου (29 Ιανουαρίου 2012 - 19 χρόνια μετά...)



Σήμερα, δεκαεννιά ακριβώς χρόνια μετά, ο Χρήστος Βακαλόπουλος παραμένει ζωντανός στη μνήμη μας, βλέπουμε τις ταινίες του, διαβάζουμε τα κείμενά του, ακούμε όσες απ’ τις εκπομπές του διασώθηκαν, τις μουσικές και τα τραγούδια που κι αυτός αγαπούσε: Παπάζογλου και Σαββόπουλο, Beatles και Rolling Stones και, φυσικά, Kinks!

Οι Kinks του Χρήστου Βακαλόπουλου, λοιπόν, ένα βιβλίο-φόρος τιμής στη μνήμη του, φτιαγμένο με μεράκι και πολλή αγάπη από μας, τους φίλους και γνωστούς του, τον Σωτήρη Κακίση και τον Αργύρη Μπακιρτζή, τον Βάσο Πτωχόπουλλο κι εμένα… Παραθέτω κάποια αποσπάσματα από το βιβλίο:

Ήταν Παρασκευή, απόγευμα προς βράδυ, και καθόμουν μόνος στο «Φίλιον», το παλιό «Dolce», όταν χτύπησε το κινητό μου τηλέφωνο. Ήταν ο Σωτήρης ο Κακίσης κι είχε διάθεση να με πειράξει: «Κάνε πως είσαι ο Βακαλόπουλος, να μιλήσουμε για μεθαύριο, για το Παναθηναϊκός–ΑΕΚ…», μου είπε. Είδατε; Κάποιες λέξεις, όσο κι αν είναι κοινότοπες και κοινόχρηστες, είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με πρόσωπα, αγαπημένα και ζωντανά στη μνήμη, ακόμα κι αν λείπουν υλικά απ’ την καθημερινότητά μας. Dolce και Παναθηναϊκός, λοιπόν, Βακαλόπουλος δηλαδή. Κι άλλες φορές Πάτμος, Αρίωνας, Καλλιδρομίου, Παρασκήνιο, Decadence, Βρούτος, Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, Ντορέ… Κι άλλες λέξεις, ελληνικές οι πιο πολλές, μα και μια ξένη, που μόνη της, αμέσως κι άμεσα, παραπέμπει στον Χρήστο Βακαλόπουλο: Kinks!

Πόσο πολύ αγάπησε ο Βακαλόπουλος τους Kinks; Tί σήμαιναν οι Kinks για τον ίδιο; Ποια θέση κατείχαν, κατ’ εκείνον, στο παγκόσμιο μουσικό στερέωμα ή, ακόμα, και σ’ όλο τον χώρο της Τέχνης; Τις απαντήσεις τις δίνει ο ίδιος ο Βακαλόπουλος μέσα από τα γραπτά του, δοκίμια και λογοτεχνικά κείμενα:

Ο Χρήστος Βακαλόπουλος, με καθαρή φωνή και αργό, όπως πάντα, τέμπο, παρουσιάζει ένα αφιέρωμα στους Kinks, στο «Τρίτο Πρόγραμμα» της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. 1979: η πολιτικοποιημένη μουσική της Μεταπολίτευσης πνέει τα λοίσθια, η «Εκδίκηση της Γυφτιάς» προετοιμάζει την μέχρι παρεκτροπής «αναβίωση» του ρεμπέτικου και το ροκ, εγχώριο και ξένο, δείχνει τελειωμένη υπόθεση. Ο Βακαλόπουλος έχει αντιρρήσεις. Οι Kinks δεν είχαν τελειώσει. Αντιθέτως, αυτά ακριβώς τα χρόνια έφταναν στην πιο μεγάλη ακμή τους, έγραφαν τα πιο ώριμα, μουσικά και στιχουργικά, κομμάτια τους και, γενικώς, έδειχναν ότι είναι το συγκρότημα που μπορεί να ξεπεράσει την λεγόμενη τότε «παρακμή του ροκ». Ναι, ο Βακαλόπουλος είχε διαγνώσει έγκαιρα αυτό που οι άλλοι θα ανακάλυπταν χρόνια μετά. Όσοι το ανακάλυπταν, βέβαια…
 
 

Το βιβλίο «Οι Kinks του Χρήστου Βακαλόπουλου», με πρόλογο του Βάσου Πτωχόπουλλου, επίλογο του Αργύρη Μπακιρτζή και εξώφυλλο, οπισθόφυλλο κι επιμέλεια του Σωτήρη Κακίση κυκλοφορεί απ’ τις εκδόσεις Αιγαίον της Λευκωσίας. Στην παραπάνω φωτογραφία, που περιέχεται στο βιβλίο, εικονίζονται κατά σειρά από αριστερά: ο Σταύρος Τσιώλης, ο Αργύρης Μπακιρτζής, ο Σωτήρης Κακίσης κι ο Χρήστος Βακαλόπουλος.

Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 2012

Φώτης Μπατσίλας

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

The Artist (το Νέο και το Παλιό… στην Υπηρεσία του Μελό!)



Η ταινία λέγεται «The Artist» κι έτσι κι εγώ οφείλω να σταθώ στον καλλιτέχνη. Ο πρωταγωνιστής της τανίας, λοιπόν, ο Τζώρτζ Βαλεντάιν (Jean Dujardin) είναι ένας μεγάλος σταρ του βωβού κινηματογράφου, ο οποίος στην περίοδο του ομιλούντος, που συμπίπτει με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 1929, χάνει τα πάντα: σύζυγο, χρήματα, φήμη, αυτοπεποίθηση. Κι όλα αυτά για δύο λόγους: διότι η νέα εποχή απαιτεί νέους ανθρώπους, όπως λένε οι άνθρωποι των στούντιο, και διότι η προσαρμοστικότητα στις νέες απαιτήσεις είναι μια δεξιότητα (ή αρετή) που δεν την διαθέτουν όλοι.

Μέχρι εδώ καλά, δεν έχω σοβαρούς λόγους να διαφωνήσω. Όμως η συνέχεια είναι άκρως… οξύμωρη! Η Πέππυ Μίλλερ (Berenice Bejo), η ηθοποιός της νέας εποχής, του ομιλούντος, είναι ερωτευμένη με τον Τζωρτζ, ερωτευμένη με «το παλιό» δηλαδή. Κι ο έρωτάς της είναι τόσο μεγάλος που, ενώ ή καριέρα της βρίσκεται σε συνεχή ανοδική πορεία, η ίδια φτάνει ώς το σημείο να θέσει στους παραγωγούς της (ναι, τους αδυσώπητους παραγωγούς του Χόλλυγουντ, αυτούς που την ίδια ακριβώς εποχή στραγγάλισαν κάθε δημιουργική διάθεση και απόπειρα του μεγαλύτερου ώς τότε καλλιτέχνη της νέας τέχνης, του Μπάστερ Κήτον…) το ακόλουθο δίλημμα: ή εγώ (το νέο) μαζί με τον Τζώρτζ (το παλιό) ή κανένας μας! Οι παραγωγοί (κρατηθείτε!) υποκύπτουν (!!!) στον εκβιασμό της νεαρής κι ανερχόμενης σταρ, πλην ο ίδιος ο Τζώρτζ αρνείται να δεχθεί την τιμή και προβαίνει σε… απόπειρα αυτοκτονίας για λόγους… τιμής (αφού η περηφάνια του, η περηφάνια του παλιού έναντι του νέου δηλαδή, δεν του επιτρέπει να δεχθεί την προσφορά). Έτσι, ο ανωτέρω εκβιασμός (το ψευτο-δίλημμα της Πέππυς) δεν εξυπηρετεί τίποτα απολύτως, ούτε τον μύθο, ούτε, πρωτίστως, την αλήθεια, ειμή μόνον έναν αφόρητο μελοδραματισμό που προτάσσει (και προκρίνει αναφανδόν) ο σκηνοθέτης. Ό,τι ακριβώς δηλαδή συμβαίνει και με τον αλκοολισμό του Τζωρτζ (καμία σχέση, φυσικά, με τις περιπτώσεις του Μπάστερ Κήτον και του Φάττυ Άρμπακλ που είχαν σαφώς άλλες αιτίες κι αποτέλεσαν διέξοδο σε άλλης φύσης προβλήματα). Κατ’ αυτόν τον… συγκινητικό τρόπο, το αποτέλεσμα όλης αυτής της διαδρομής, της σύγκρουσης του παλιού με το νέο, είναι κάπου γύρω στα 1932, κατά τον σκηνοθέτη, το… μιούζικαλ (!), αυτό που αποκαθιστά και επαναφέρει την φωνή του Τζωρτζ, του παλιού (για να μην ξεχνιόμαστε). Είπαμε όμως: κατά τον σκηνοθέτη (Michel Hazanavicius). Ο οποίος χρησιμοποιεί αγνά μα συνάμα «ακριβά» υλικά (βωβός κινηματογράφος, ασπρόμαυρο φιλμ) για να φτιάξει απλώς ένα φτηνό μελόδραμα… Κρίμα…


 
Αθήνα, 27 Ιανουαρίου 2012
 
Φώτης Μπατσίλας
 
 

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

Σωτήρη Κακίση: Ένωσις! (Το Εγχειρίδιο του Κακού ΑΕΚτζή)



Κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό το  βιβλίο του Σωτήρη Κακίση με τίτλο «Ένωσις!» και υπότιτλο «Το Εγχειρίδιο του Κακού ΑΕΚτζή». Πρόκειται για μία συλλογή κειμένων του Κακίση για την ΑΕΚ, σε διάφορους χρόνους, καθώς και μερικών συνεντεύξεών του με κάποιους θρύλους της ιστορίας της Α.Ε.Κ., τον Θωμά Μαύρο, τον Μίμη Παπαϊωάννου και τον… Βασίλη Γεωργίου (τον εκφωνητή του «Μεγάλου Κυπέλου»)! Τα κείμενα κι οι συνεντεύξεις αναδύουν την αγνή αγάπη του ποιητή για την ομάδα κι αποτυπώνουν σημαντικές στιγμές της ιστορίας της. Το εξώφυλλο είναι του ίδιου του συγγραφέα του βιβλίου, ενώ το οπισθόφυλλο του ζωγράφου Γιώργου Σταθόπουλου.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις κυπριακές εκδόσεις ΑΙΓΑΙΟΝ (Λευκωσία), που πρακτορεύονται στην Ελλάδα από το Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο (Θεμιστοκλέους 37, Εξάρχεια, Αθήνα), και εντάσσεται στη σειρά «Μικρά Κείμενα» με αριθμό 14, στην οποία περιέχονται και άλλα βιβλία του Κακίση («Σεξ και Σπορ!», «Αθηνά Σωτηρίου, Συνέντευξη μ’ έναν Μεγαλέξανδρο», «Ο Βέγγος δεν είναι Κιτς», «Η Λογοτεχνία ως Σινεμά») ή βιβλία στα οποία συνέπραξε ο Κακίσης («Ντόρος», «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους από των Αρχαιοτάτων Χρόνων έως το 1876», «Οι Kinks του Χρήστου Βακαλόπουλου»).

Η ιδιαίτερη σχέση μου με το βιβλίο (επιμέλεια – επίλογος - αφιέρωση) κι η ιδιότητα του οπαδού της Α.Ε.Κ. δεν μου επιτρέπουν να πω όλα όσα θέλω... Κλείνω, λοιπόν, με την αυτούσια παράθεση του Ύμνου της Α.Ε.Κ., που έγραψε ο Κακίσης και περιέχεται στο βιβλίο, τον οποίο, όπως σημειώνει ο ίδιος, θα ήθελε να τον μελοποιήσει ο κουμπάρος του ο Τζιμάκος ο Πανούσης, και να τον τραγουδήσει ο ίδιος, και ο οποίος δημοσιεύεται για πρώτη φορά στο διαδίκτυο με την άδεια του συγγραφέα και του εκδότη Βάσου Πτωχόπουλλου:

ΥΜΝΟΣ ΤΗΣ Α.Ε.Κ.

Εμπρός αητέ, Δικέφαλε,
αητέ της ιστορίας,
αητέ των δύο πόλεων,
της Ένωσης της μίας!

ΑΕΚ του μέγα Γιάμαλη,
του μάγου Νεστορίδη,
του Φάντροκ και του Στάνκοβιτς,
του Τσικ, του Σεραφείδη!

ΑΕΚ εσύ του Εξηνταοκτώ
και του Αμερικάνου,
του Μαύρου, του Αρδίζογλου,
του Παπαϊωάννου!

Εμπρός αητέ, Δικέφαλε,
χρυσών πρωταθλημάτων,
πάντα στα Ντέρμπυ νικητή,
ομάδα των θαυμάτων!

 


Αθήνα, 11 Ιανουαρίου 2012


Φώτης Μπατσίλας

Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

Η Περίπτωση του Φάττυ Άρμπακλ




Η Περίπτωση του Φάττυ Άρμπακλ.

Ο Φάττυ Άρμπακλ (Roscoe “Fatty” Arbuckle) είναι, δυστυχώς, παντελώς άγνωστος στην Ελλάδα, γεγονός που ξενίζει όχι μόνον διότι ο «χοντρούλης» ηθοποιός ήταν, στη δεκαετία του 1910 ένα από τα πρώτα ονόματα στη νέα (τότε) κινηματογραφική βιομηχανία της Αμερικής (του βωβού κινηματογράφου), αλλά κυρίως διότι ήταν ο άνθρωπος που εκτίμησε απεριόριστα το ταλέντο του νεαρού τότε Μπάστερ Κήτον (Buster Keaton) κι αποτέλεσε αν όχι το δάσκαλο ή τον μέντορά του, όπως αρκετοί ισχυρίζονται, τουλάχιστον έναν από τους πλέον φανατικούς θαυμαστές του (πράγμα που είναι ιδιαιτέρως ασυνήθιστο στο χώρο των ηθοποιών). Πράγματι, ο Φάττυ Άρμπακλ, από το 1917 έως και το 1919, στο απόγειο δηλαδή της καριέρας του, τόσο ως ηθοποιός όσο ως σκηνοθέτης και παραγωγός, επέλεγε και επιζητούσε τη συνεργασία του με τον Μπάστερ Κήτον, πράγμα που συνέβη σε 15 περίπου μικρού μήκους ταινίες. Κι είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ στις πρώτες ταινίες η συμμετοχή του Κήτον ήταν μικρή, στις τελευταίες ταινίες ήταν απολύτως ισόχρονη (και ισότιμη) με αυτή του πρώτου ονόματος, του Φάττυ Άρμπακλ. Βέβαια, από το 1920 και μετά ο Κήτον ανεξαρτητοποιήθηκε και ξεκίνησε τις δικές του ταινίες, μικρού και μεγάλου μήκους, όλες αξεπέραστες μέχρι σήμερα, όμως μέχρι τότε η παρουσία του στο χώρο του κινηματογράφου ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με αυτή του Άρμπακλ. Φυσικά, ο Άρμπακλ είναι ο πρώτος που σκηνοθέτησε τον Κήτον κι αυτός που τον μύησε στην τεχνική των γκαγκ και στο στήσιμο των σλάπστικ ταινιών. Επίσης, ο Άρμπακλ είναι ο πρώτος που φόρεσε τόσο ψηλά το παντελόνι, να καλύπτει το στομάχι του, κάτι που αντέγραψε με επιτυχία ο Τσάρλυ Τσάπλιν.


Παρασύρθηκα κι αντί να μιλήσω για τον Άρμπακλ ξαναμιλώ για τον Κήτον! Έτσι είναι όμως: ο πολύ μεγάλος καλλιτέχνης επισκιάζει τους μικρότερους, τόσο στη φήμη όσο, και κυρίως, στη σκέψη. Βέβαια, ο Άρμπακλ δεν ήταν αμελητέα ποσότητα, και δεν εννοώ τον… όγκο του (!) που οδήγησε τον μικροσκοπικό πατέρα του στη σκέψη ότι.. δεν είναι δικό του παιδί! Ο Φάττυ, σύγχρονος ενός άλλου χοντρού, πιο γνωστού και πιο σπουδαίου, του Όλιβερ Χάρντι (Oliver Hardy), ήταν μεν ογκώδης, είχε δε μια αξιοθαύμαστη ελαστικότητα κι ευκινησία. Το πλαδαρό πρόσωπό του τον έδειχνε πιο νέο απ’ όσο ήταν στην πραγματικότητα (γεννήθηκε το 1887 και στα 1920 περίπου ήταν πάνω από 30 χρόνων, έδειχνε όμως κοντά στα 20), και τον εμφάνιζε άλλοτε ως αγαθό ή και χαζό γίγαντα κι άλλοτε ως κουτοπόνηρο και σκανδαλιάρικο παλιόπαιδο. Η ιστορία λέει ότι σ’ αυτόν οφείλεται ό πρώτος κινηματογραφικός τουρτοπόλεμος (στον οποίο επιδόθηκαν σχεδόν όλοι οι μεγάλοι κωμικοί, ακόμη κι ο μεγαλύτερος δικός μας, ο Θανάσης Βέγγος). Ερωτιάρης έως ερωτύλος, τόσο στο πανί όσο και στη ζωή, δεν πρόφτασε να εξελίξει όσο θα ήθελε κι ίδιος το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του αφού, μόλις ένα χρόνο μετά τον κινηματογραφικό του χωρισμό με τον Μπάστερ Κήτον, συνέβη το γεγονός που έμελλε να αποτελέσει κυριολεκτικώς σταθμό στην καριέρα του: σε ένα πάρτυ που οργάνωσε με κάτι φίλους του σε ένα ξενοδοχείο, μια νεαρή στάρλετ βρέθηκε νεκρή. Ο Άρμπακλ κατηγορήθηκε για βιασμό μετά φόνου. Αν και μετά από 3 δίκες αθωώθηκε, το στίγμα της σκοτεινής προσωπικότητας και η αποστροφή της κοινής γνώμης παρέμειναν. Ο Άρμπακλ δεν κατόρθωσε ποτέ να ξαναγίνει δημοφιλής παρά τις προσπάθειες τόσο του ίδιου όσο και του Μπάστερ Κήτον, ο οποίος δεν τον ξέχασε στα δύσκολα.

Μετά από 4 περίπου χρόνια αναγκαστικής αποχής (ή ημι-αποχής) από τον χώρο των θεαμάτων, ο Φάττυ Άρμπακλ επανέρχεται και… αποτυγχάνει. Η αποτυχία του μάλιστα ήταν τέτοια που αναγκάστηκε να βιοπορίζεται σχεδόν αποκλειστικά ως σκηνοθέτης, με άλλο όμως όνομα (το όνομα William Goodrich), δεδομένου ότι οι εμφανίσεις του ως ηθοποιού ήταν ελάχιστες. Απολύτως φυσιολογικά, και η προσωπική του ζωή καταστράφηκε: η γυναίκα του τον χώρισε, το ίδιο και η επόμενη, κι ίδιος βρήκε καταφύγιο, πού αλλού;, στο αλκοόλ. Παντρεύτηκε για τρίτη φορά αλλά έναν χρόνο μετά, το 1933, πέθανε από καρδιακή προσβολή στον ύπνο του. Ήταν 46 ετών…


Οι ταινίες του Φάττυ Άρμπακλ της περιόδου ώς το 1921, της καλύτερης περιόδου του δηλαδή, δεν έχουν διασωθεί όλες. Απ’ όσες έχουν διασωθεί, ξεχωρίζω τις ακόλουθες (όλες είναι μικρού μήκους, 20 λεπτά κατά μέσο όρο, όλες τις σκηνοθέτησε ο Φάττυ Άρμπακλ και σ’ όλες συμμετέχει ο μεγάλος Μπάστερ Κήτον κι ο ανιψιός του Άρμπακλ, ο Al. St. John):


CONEY ISLAND (1917)

http://www.youtube.com/watch?v=qjgyF_NFMbU
και

Στις πρώτες σκηνές της ταινίας βλέπουμε τον Μπάστερ Κήτον να ανεβαίνει σε έναν στύλο για να παρακολουθήσει καλύτερα μια παρέλαση. Καθώς βλέπει τους παρελαύνοντες ενθουσιάζεται και… χειροκροτεί! Μοιραία πέφτει, αφού δεν κρατιέται από πουθενά πια!
Μετά βλέπουμε τον Φάττυ στην παραλία με τη σύζυγό του. προσπαθεί να της ξεφύγει για να… τσιλιμπουρδίσει. Το πετυχαίνει αφού σκεπάζεται ολόκληρος με άμμο και, ελεύθερος πια, πηγαίνει στο λούνα-παρκ. Εκεί βρίσκεται κι Μπάστερ αλλά και ο Al St. John. Η γυναίκα που συνοδεύει ο Μπάστερ περνάει διαδοχικά από τα χέρια του John, του Φάττυ και, στο τέλος, καταλήγει και πάλι στον Μπάστερ (έτσι είναι οι γυναίκες…), ενώ η σύζυγός του Φάττυ τον ανακαλύπτει και τον σέρνει στα δικαστήρια για απιστία (… κι έτσι!).



BACK STAGE (1919)

http://www.youtube.com/watch?v=zOnTo6ko27c
και

Η δράση εδώ εκτυλίσσεται σ’ ένα θέατρο, όπου εργάζονται ο Φάττυ, ο Μπάστερ και ο Al St. John. Ένας θηριώδης κι άξεστος άντρας – σταρ φτάνει στο θέατρο, φέρεται άσχημα και καταπιέζει τη γυναίκα του. Οι 3 άνθρωποί μας αντιδρούν και, μέσα από διάφορες γκάφες, κατορθώνουν και εξουδετερώνουν τον «κακό». Ο Φάττυ επισκέπτεται στο νοσοκομείο την γυναίκα, που είχε τραυματίσει ο άντρας της, κρατώντας κάτι σαν δώρο. Είναι ένα μήλο το οποίο αντί να της το προσφέρει, το τρώει ενώπιόν της.
Η ταινία αρχίζει με τον Φάττυ αφισοκολλητή, ο οποίος κολλάει (κυριολεκτικώς) στον τοίχο ένα παιδάκι που τον ενοχλεί (!), που είναι μια απ’ τις καλύτερες της εν λόγω ταινίας, χαρακτηριστική του Φάττυ.


HIS WEDDING NIGHT (1917)

http://www.youtube.com/watch?v=Wkf-Jhv0j6k
και

Ο Φάττυ διατηρεί ένα κατάστημα, κάτι σαν ντράκστορ. Αγαπάει την Αλίκη, την κόρη του φαρμακοποιού, την οποία κι αρραβωνιάζεται. Ο Μπάστερ φέρνει (με ποδήλατο) το νυφικό φόρεμα, το οποίο και επιδεικνύει ο ίδιος στη νύφη… φορώντας το! Έτσι, ο Al St. John, ανταγωνιστής του Φάττυ, απαγάγει τον Μπάστερ αντί για τη νύφη! Φασκιωμένο με το νυφικό, τον οδηγεί στο Δημαρχείο και ζητάει από το Δήμαρχο να τους παντρέψει αμέσως. Ο Φάττυ φτάνει εγκαίρως και παίρνει τη θέση του γαμπρού, γλιτώνει όμως την ξεφτίλα αφού την ίδια ώρα έρχεται η Αλίκη. Ο Μπάστερ ξεφασκιώνεται και … χαμογελάει (απ’ τις ελάχιστες φορές σ’ όλη την καριέρα του!)
Είναι η ταινία με το καλύτερο, ίσως, σενάριο απ’ όσες γύρισε ο Φάττυ. Θεωρώ ότι με λίγο καλύτερα σενάρια ο Άρμπακλ θα μας είχε δώσει πολύ καλύτερες ερμηνείες.


GOOD NIGHT, NURSE! (1918)

http://www.youtube.com/watch?v=2HIRFHHKDEg

Ο Φάττυ είναι αλκοολικός (που να ’ξερε ότι στο τέλος θα καταντούσε αλκοολικός στην πραγματικότητα…) και δεν ξέρει τι κάνει: μαζεύει ένα ζευγάρι πλανόδιων μουσικών (κι επαιτών) στο σπίτι του, κολλάει ένα γραμματόσημο στο μέτωπο ενός άλλου αλκοολικού, γράφει τη διεύθυνση του σπιτιού του στο πουκάμισό του και τον αφήνει σ’ ένα ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο προς αποστολή! Η γυναίκα του που δεν ανέχεται αυτήν την κατάσταση, τον πείθει να εισαχθεί σε κλινική αποτοξίνωσης. Γιατρός στην κλινική είναι ο Μπάστερ και βοηθός του ο Al St. John. Του βάζουν θερμόμετρο αλλ’ αυτός το τρώει! Μπλέκει με μια τρελλή ασθενή που του ζητάει να την βγάλει έξω. Το κάνει αλλά σχεδόν αμέσως η τρελλή του ζητάει να την ξαναβάλει μέσα! Προσπαθεί να διαφύγει απ’ την κλινική και ντύνεται νοσοκόμα. Χαριεντίζεται με τον Μπάστερ (μοναδική σκηνή αφού ο Μπάστερ εγκαταλείπει το πέτρινο πρόσωπό του και… γελάει!), τον ανακαλύπτουν όμως και τον κυνηγούν. Το βάζει στα πόδια, μπλέκεται σ’ έναν αγώνα δρόμου και έρχεται πρώτος! Τον συλλαμβάνουν όμως και τον γυρίζουν πίσω στην κλινική.
Ταινία κυνηγητού και... μεταμφίεσης, την επέλεξα κυρίως για τη σκηνή που ο Μπάστερ Κήτον γελάει (για ιστορικούς λόγους).


THE COOK (1918)

http://www.youtube.com/watch?v=O7c_3LgJaUU
και

Ο Φάττυ είναι μάγειρας κι ο Μπάστερ σερβιτόρος σ’ ένα εστιατόριο πολυτελείας. Έρχεται ο Al St. John και δημιουργεί πρόβλημα αλλά «καθαρίζει» ο σκύλος του Φάττυ, ο οποίος παίρνει στο κυνήγι τον ταραξία.
Μέτρια ταινία με 2 όμως υπέροχες σκηνές: τη σκηνή που ο Φάττυ και ο Μπάστερ τρώνε σπαγγέτι με κάθε πιθανό τρόπο και τη σκηνή της ζογκλερικής συνεργασίας μάγειρα και σερβιτόρου κατά την εκτέλεση των παραγγελιών (πετάνε και πιάνουν πιάτα και ποτήρια στον αέρα κ.λπ.).



Ο τραγικός θάνατος της νεαρής στάρλετ (Virginia Rappe το όνομά της) αποτέλεσε ένα από τα πρώτα «σεξουαλικά» σκάνδαλα του Χόλυγουντ, αν όχι το πρώτο. Η περίπτωση του Φάττυ Άρμπακλ, ανεξαρτήτως της ενοχής του ή όχι, απέδειξε περίτρανα ότι το τεκμήριο της αθωότητας δεν έχει πολλές φορές καμία σημασία, όπως καμία σημασία δεν έχει ενίοτε ακόμα κι η ίδια η αθώωση. Δεν ξέρω τι θα μπορούσε να κάνει ο συμπαθής χοντρούλης στο μέλλον αν δεν του τύχαιναν όσα τραγικά του έτυχαν. Αν και δεν μπορεί, σε καμιά περίπτωση, να συγκριθεί με τον Μπάστερ Κήτον ή τον Όλιβερ Χάρντυ και τον Τσάρλυ Τσάπλιν, εν τούτοις όσα έκανε, μέχρι το 1921, δεν είναι λίγα. Έχετε καταλάβει ότι το oxy-moron, όσο υπάρχει, δεν μπορεί παρά να μνημονεύει περιπτώσεις σαν αυτή του Φάττυ. Αλλιώς, δεν θα ήταν… οξύμωρον (φυσικά)!


Αθήνα, 4 Ιανουαρίου 2012

Φώτης Μπατσίλας

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

Τα Χριστούγεννα του (με τον) Thomas Pynchon



Τα Χριστούγεννα του (με τον) Thomas Pynchon 
« Παραμονή Χριστουγέννων του 1955.Ο Μπένι Προφέιν, φορώντας μαύρο λιβάις, σουέντ τζάκετ, αθλητικά παπούτσια κι ένα μεγάλο καουμπόικο καπέλο, έτυχε να περνάει από το Νόρφολκ της Βιρτζίνια. Ανίκανος να τιθασεύσει τη νοσταλγική του διάθεση, είπε να ρίξει μια ματιά στον Τάφο του Ναύτη, το μπαρ της Ίστ Μέιν Στρίτ στο οποίο σύχναζε το πλήρωμα του παλιού του αντιτορπιλικού. Έφτασε εκεί περνώντας μπροστά από το Αρκέιντ. Στο σημείο που το κτίριο αυτό συναντά την Ίστ Μέιν, καθόταν ένας γέρος πλανόδιος τραγουδιστής με μια κιθάρα κι ένα άδειο δοχείο Στέρνο για τις ελεημοσύνες των περαστικών. Στο δρόμο, πεντέξι δίοποι είχαν περικυκλώσει ένα γραφέα, ενθαρρύνοντάς τον στην προσπάθειά του να κατουρήσει στο ντεπόζιτο μιας Πάκαρντ Πατρίσιαν του ’54. Με τη ρωμαλέα φωνή ενός εξαίρετου βαρύτονου, ο γέρος τραγουδούσε:

Οι ναύτες της Ίστ Μέιν, κάθε βράδυ,
Με τα κορίτσια τους γιορτάζουν τα Χριστούγεννα.
Το νέον σκίζει το σκοτάδι,
Τα φώτα λάμπουν πράσινα και κόκκινα۬

Χαρμόσυνα, για το δικό σου καλωσόρισμα,
Σου γνέφουν απ’ τη θάλασσα σαν φτάσεις.
Τα δώρα του Αϊ-Βασίλη σού είναι γνώριμα,
Όνειρα που επιτέλους θ’ απολαύσεις:

Μπίρες φτηνές που σαν σαμπάνια αστράφτουνε
Γκαρσόνες που τρελλαίνονται για πήδημα.
Όλα ετούτα στην Ίστ Μέιν να σου θυμίζουνε
Πως ήρθανε και πάλι τα Χριστούγεννα.

«Μπράβο, γραφέα», φώναξε ένας δίοπος. Ο Προφέιν έστριψε στη γωνία και η Ίστ Μέιν τον έπιασε, για άλλη μια φορά, απροετοίμαστο... »
[Thomas Pynchon – V., 1961, 1963. Το απόσπασμα είναι από την ελληνική έκδοση, «Χατζηνικολή» 2007, σε μετάφραση Προκόπη Προκοπίδη].


...Κι ύστερα ο Μπένι Προφέιν, αφού σλεμίελ (φτωχοδιάβολος, ατζαμής που δεν μπορεί να επιβιώσει αρμονικά με τα άψυχα αντικείμενα) και έμψυχο γιο-γιο έφτασε στο αποχείριο (το σημείο, δηλαδή, που βρίσκεται σε μεγαλύτερη απόσταση από το χέρι που κρατάει το γιο-γιο), άρχισε να κυνηγάει αλιγάτορες στους υπόνομους της πόλης, κι έμπλεξε τη ζωή του με τις ζωές άλλων, της Ρέιτσελ, της Έσθερ, του Στένσιλ, του Γκοντόλφιν, του άρρωστου τσούρμου, σε ένα αδόκιμο κυνήγι, σελίδα-σελίδα, δύσκολο και διεγερτικό μαζί, σουρεαλιστικό και… οξύμωρο! Ποιά (τί) είναι η V.;


Τον Thomas Pynchon δεν τον ήξερα. Κάτι λίγα είχα ακούσει, δεν έδωσα σημασία, ακούμε τόσα στις μέρες μας, άλλωστε. Ένα βράδυ, δυο χρόνια πριν περίπου, σ’ ένα σπίτι της πλατείας Παπαδιαμάντη, ο Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης, μετά την προβολή της «Γλυκειάς Συμμορίας» του Νικολαΐδη, με έπεισε (δίχως να το επιδιώκει, δίχως να το ξέρει καν) ότι η περίπτωση του Τόμας Πύντσον δεν είναι απλώς αξιοπρόσεκτη, κι ούτε μόνον γοητευτική και μυστηριώδης, πρωτίστως, ότι δεν συνιστά απλώς μια ιδιαίτερη κι ελιτίστικη επιλογή αλλ’ ότι πρόκειται για τον συγγραφέα που, συν τω χρόνω, θα είναι στα σίγουρα ένα από τα σημεία αναφοράς της ποπ κουλτούρας του δεύτερου μισού του περασμένου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του αιώνα μας… Όπως καταλάβατε, τούτα τα Χριστούγεννα τα πέρασα (και) με τον Τόμας Πύντσον που απ’ ό,τι φαίνεται θα με απασχολήσει επί μακρόν. Αν τούτο, βεβαίως, συμβεί, τότε να είστε σίγουροι ότι κι εγώ θα σας απασχολήσω σχετικώς εκ νέου. Ως τότε, ρίξτε μια ματιά στη σελίδα thezone.gr, όπου θα βρείτε πολλά ενδιαφέροντα κείμενα. Καλή χρονιά σε όλους!

Αθήνα, 2 Ιανουαρίου 2012

Φώτης Μπατσίλας