Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

INGLORIOUS BASTARDS or INGLOURIOUS BASTERDS? (Άδωξοι Μπάσταρδη ή Ένδοξα Καθάρματα;)



Είναι δυο ταινίες με 35 περίπου χρόνια διαφορά, που έχουν παρόμοιο τίτλο και στηρίζονται στην ίδια σεναριακή ιδέα. Όχι, δεν μιλώ για τον Κυνόδοντα του Λάνθιμου και το Κάστρο της Αγνότητας του Ripstein (γι’ αυτά έχω σκοπό να μιλήσω στο προσεχές μέλλον). Μιλώ για τις ταινίες Inglorious Bastards (Counterfeit Commandos ή Quel Μaledetto Τreno Βlindato – ελληνικοί τίτλοι: «Σαμποτέρ Χωρίς Δόξα», «Οι Ήρωες Δεν Κοιμούνται», «Τα Ένδοξα Καθάρματα» - 1978) του Enzo G. Castellari και το Inglourious Basterds (ε.τ. Άδωξοι Μπάσταρδη – 2009) του Quentin Tarantino (με τη συνεργασία του Eli Roth). Αυτές τις δύο ταινίες, ριμέικ υποτίθεται η δεύτερη της πρώτης, τις είδα με διαφορά ολίγων ωρών και, χωρίς υπερβολή, εντυπωσιάστηκα. Διότι, εάν η ταινία του Tarantino είναι ριμέικ της ταινίας του Castellari, τότε όλα τα υπόλοιπα ριμέικ αγγίζουν την… πιστή αντιγραφή! Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά:

Ο Enzo G. Castellari έφτιαξε μια τυπική πολεμική ταινία της δεκαετίας του ’70: πολλά ειδικά εφφέ, ακατάσχετη δράση, βολές κατά ριπάς, μάχες σώμα με σώμα, όλα γενικώς όσα έπρεπε να έχει μια πολεμική ταινία της εποχής. Όσο για το στόρυ, αυτό συμπυκνώνεται στα εξής: μια ομάδα καθαρμάτων (ένας τζογαδόρος, ένας πλαστογράφος, ένας δολοφόνος λευκός, ένας μαύρος δολοφόνος κι ένας ανεύθυνος αξιωματικός της αεροπορίας – που χρησιμοποιούσε κατά το δοκούν το υπηρεσιακό του σκάφος, κυρίως για να επισκέπτεται τη σύντροφό του στο Λονδίνο!), οδηγούνται στο στρατοδικείο. Στο δρόμο κατορθώνουν να δραπετεύσουν και αφού μπλέκονται σε διάφορες περιπέτειες στην πορεία τους προς την ουδέτερη Ελβετία, αναγκάζονται να συνεργαστούν με τη Γαλλική Αντίσταση σε μια πολύ δύσκολη κι επικίνδυνη επιχείρηση, στην οποία σχεδόν όλοι σταδιακώς χάνουν τη ζωή τους, πλην οι εναπομείναντες κατορθώνουν και τη φέρνουν σε επιτυχές πέρας. Τούτα τα καθάρματα, εγωιστές και λουφαδόροι όλοι τους, κινούμενοι απ’ τα προσωπικά τους θέλω και πάθη αποκλειστικώς, ενώνονται στον Αγώνα για την επιβίωσή τους και, από ανάγκη και μόνον, συμμετέχουν στο Ιδανικό, το Εθνικό, το Αγαθό. Ήρωες εξ ανάγκης δηλαδή, τα καθάρματα, που αξίζουν πλήρως και τις δύο ιδιότητές τους. Ο Castellari δομεί σταδιακά και εύστοχα τους χαρακτήρες των καθαρμάτων και τους αντιπαρατάσσει επιτυχώς τόσο απέναντι στο Καθήκον των Γερμανών όσο και απέναντι στο Εθνικό Χρέος των Γάλλων. Ταινία σίγουρα ενδιαφέρουσα (κι ευχάριστη), με καλό ρυθμό κι ωραίο –πρωτότυπο σενάριο που σίγουρα δεν μετανοιώνεις που την είδες.

Ο Quentin Tarantino, ο βασιλιάς του cult, της ατάκας και των b-movies του Χόλυγουντ (ως προς την αισθητική τους, κι όχι βέβαια ως προς το μπάτζετ τους), στον κολοφώνα, ίσως, της δόξας του (μετά τα Kill Bill και το Death Proof, τις ταινίες και τα σάουντρακ), αποφασίζει να στρέψει το βλέμμα του στο παρελθόν και να εμπνευστεί απ’ αυτό. Η τελευταία ταινία του «Άδωξοι Μπάσταρδη» είναι, υποτίθεται, ριμέικ της παραπάνω ταινίας του Castellari, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μια νέα, ολοκαίνουρια ταινία. Μόνο που ο Tarantino είχε το θάρρος (και την αξιοπρέπεια), παρά την ομολογουμένως εμφανή έπαρσή του, να ομολογήσει την πηγή της έμπνευσή του, σε αντίθεση με άλλους, ξένους και δικούς μας… Παίρνει τη βασική ιδέα της ταινίας του Castellari, τα καθάρματα που καθίστανται ήρωες πολέμου, και φτιάχνει μια δική του, ολόδική του ταινία, στο δικό του στυλ, με τη δική του δομή, με τις δικές του μεταβάσεις και μυθολογίες. Η ταινία του αποτελείται από 5 κεφάλαια κι αρχίζει από το 1941 (κι όχι απ’ το 1944 που αρχίζει η ταινία του Castellari). Ας τα δούμε συνοπτικά ένα προς ένα:

Κεφάλαιο 1: Κάποτε στην Κατεχόμενη Γαλλία. Ο Γερμανός αξιωματικός Hans Landa ανακαλύπτει μια οικογένεια Εβραίων και την εξολοθρεύει με σκληρότητα και… στυλ! Κατορθώνει και ξεφεύγει μόνο η έφηβη κόρη Shossanna Dreyfus.

Κεφάλαιο 2: Άδωξοι Μπάσταρδη. Μας παρουσιάζεται μια άτακτη ομάδα 8 σκληρών αντρών με επικεφαλής τον λοχαγό Aldo Raine (Brad Pitt).

Κεφάλαιο 3: Γερμανική Νύχτα στο Παρίσι (Ιούνιος 1944). Ένας Γερμανός ήρωας πολέμου, που έχει γίνει διάσημος για τον ηρωισμό του, ερωτεύεται μια νεαρή Γαλλίδα, ιδιοκτήτρια ενός σινεμά, που στην πραγματικότητα είναι η Εβραιοπούλα Shossanna. Στο σινεμά της αποφασίζεται να γίνει η προβολή μιας γερμανικής προπαγανδιστικής ταινίας με τίτλο «Το Καμάρι του Έθνους» (στην οποία πρωταγωνιστεί ο Γερμανός ήρωας) στα πλαίσια μιας εκδήλωσης των Γερμανών. Εκεί η Shossanna θα ξανασυναντήσει τον συνταγματάρχη Landa.

Κεφάλαιο 4: Επιχείρηση ΚΙΝΟ. Η επιχείρηση περιλαμβάνει την ανατίναξη του κινηματογράφου κατά την προβολή της παραπάνω ταινίας. Η ιδέα είναι μιας φιλελεύθερης Γερμανίδας ηθοποιού της Bridget von Hammersmark, την οποία σχεδιάζει να εκτελέσει μαζί με τους Μπάσταρδους. Σε συνάντησή τους σε μια ταβέρνα τα πράγματα δεν πάνε καλά κι ακολουθεί συμπλοκή. Δύο Μπάσταρδοι σκοτώνονται, αυτή όμως γλιτώνει. Ο συνταγματάρχης Landa την εντοπίζει. Ο Aldo επιμένει να εκτελέσει την αποστολή.

Κεφάλαιο 5. Η Εκδίκηση του Γιγαντιαίου Προσώπου. Νύχτα πρεμιέρας, ευκαιρία για όλους να πετύχουν το στόχο τους ή να πάρουν εκδίκηση…

Η ταινία του Tarantino είναι καλή, καλύτερη απ’ όσο περίμενα. Έχει βέβαια αδύναμα σημεία (κι αναφέρομαι κυρίως στην αταίριαστη παρουσία του Brad Pitt σε αντίθεση την εξαιρετική εμφάνιση του αυστριακού ηθοποιού Christoph Waltz στο ρόλο του συνταγρατάρχη Landa, και γενικώς στην εμφανή αδυναμία δόμησης χαρακτήρων), πλην είναι μια ταινία που, σε κάθε περίπτωση, τουλάχιστον σε διασκεδάζει επαρκώς.

Έχω στο μυαλό μου και τις δυο ταινίες και σκέφτομαι ότι, εν τέλει, τα καθάρματα, τα εμφανή καθάρματα, αυτοί που η Κοινωνία και το Κράτος τους θεωρεί καθάρματα, αυτοί που υπηρέτησαν τα πάθη τους και αντέταξαν το προσωπικό τους θέλω στη νομιμότητα, ποτέ στην ουσία δεν έβλαψαν καθοριστικά το σύνολο. Αντιθέτως, έστω και κατ’ εξαίρεσιν, έστω και τυχαία, έστω και εξ ανάγκης (όπως εδώ), υπήρξαν φορές που του υπηρέτησαν και μάλιστα με ηρωισμό και αυταπάρνηση. Αυτό δηλαδή που δεν έκαναν, αυτό που δεν κάνουν τα άλλα τα καθάρματα, οι επαγγελματίες υπηρέτες του συνόλου, αυτοί που γεύτηκαν τη δόξα και την αναγνώριση (και τον πλούτο που αυτές συνεπάγονται) τόσο πολύ, όσο λίγο τις άξιζαν… Πιο καθάρματα κι απ' τα καθάρματα, δηλαδή.



Αθήνα, 14 Οκτωβρίου 2011

Φώτης Μπατσίλας



1 σχόλιο: